Ο Μητροπολίτης Γερμανίας κ. Αυγουστίνος (κατά κόσμο Γεώργιος Λαμπαρδάκης) γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1938 στις Βουκολιές Χανίων Κρήτης. Μετά την στοιχειώδη εκπαίδευση στο Δημοτικό σχολείο του χωριού του ενεγράφη στο Γυμνασιακό τμήμα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και εν συνεχεία στη Θεολογική Σχολή. Έλαβε το πτυχίο του το 1960, χειροτονήθηκε διάκονος και ακολούθως μετέβη πρώτα στην Αυστρία και μετά στη Γερμανία όπου και συνέχισε τις σπουδές του στη Θεολογία και Φιλοσοφία στα Πανεπιστήμια Σάλτσμπουργκ (Αυστρίας) και Μύνστερ (Γερμανίας), καθώς επίσης και στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
Το 1964 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στην πόλη ʼιτορφ (κοντά στη Βόννη), από τον τότε Μητροπολίτη Γερμανίας Πολύευκτο και αφού χειροθετήθηκε σε Αρχιμανδρίτη, τοποθετήθηκε ως εφημέριος στην ενορία Αγίου Νικολάου Βερολίνου. Από το 1964 μέχρι 1972 υπηρέτησε ως εφημέριος στο δυτικό Βερολίνο, ενώ ταυτόχρονα εξυπηρετούσε εκκλησιαστικά και τους ορθόδοξους Έλληνες που έμεναν στο ανατολικό Βερολίνο. Την ίδια εποχή εδίδαξε επί εξαετία Ορθόδοξη Θεολογία στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
Το 1972 η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον εξέλεξε βοηθό Επίσκοπο της Ιεράς Μητροπόλεως Γερμανίας με τον τίτλο της παλαιάς επισκοπής Ελαίας. Η χειροτονία του, που ήταν η πρώτη χειροτονία Έλληνα ορθόδοξου Επισκόπου στη Γερμανία, έγινε στις 26 Μαρτίου 1972 στη Φρανκφούρτη. Ως βοηθός Επίσκοπος είχε τη μόνιμη έδρα του στο Βερολίνο. Με τις ενέργειές του κτίστηκε στο Βερολίνο ο ιερός Ναός της Αναλήψεως του Σωτήρος, ο πρώτος ελληνικός ορθόδοξος ναός στη Γερμανία.
Ως βοηθός Επίσκοπος εργάστηκε ιδιαίτερα για τη νομική αναγνώριση της Ιεράς Μητροπόλεως Γερμανίας σε νομικό πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου.
Από το 1973 μέχρι 1979 ήταν ο πρόεδρος του Οικουμενικού Συμβουλίου του Βερολίνου. Το 1978 εξελέγη για πρώτη φορά αντιπρόεδρος του Συμβουλίου των Χριστιανικών Εκκλησιών της Γερμανίας, αξίωμα που κατέχει μέχρι και σήμερα. Από το 1976 μέχρι 1982 ήταν αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Εκκλησιών για θέματα αλλοδαπών εργαζομένων, που έχει την έδρα της στις Βρυξέλλες.
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1980 η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον εξέλεξε σε Μητροπολίτη Γερμανίας. Η ενθρόνισή του έγινε στις 8 Νοεμβρίου 1980 στον καθεδρικό Ναό της Αγίας Τριάδος στη Βόννη.
Ως Μητροπολίτης Γερμανίας εξελέγη πρόεδρος της Επιτροπής του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τον διμερή θεολογικό διάλογο με την Ευαγγελική Εκκλησία της Γερμανίας. Επίσης είναι συμπρόεδρος της Μεικτής Επιτροπής της Ιεράς Μητροπόλεως Γερμανίας και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας της Γερμανίας, καθώς επίσης και συμπρόεδρος της Κοινής Επιτροπής της Ευαγγελικής Εκκλησίας της Γερμανίας και των κανονικών Ορθοδόξων Εκκλησιών της Γερμανίας.
Από το 1996 είναι πρόεδρος του Οικουμενικού Συμβουλίου της Γερμανίας για την υποστήριξη ορθοδόξων ιερέων όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών που εκπροσωπούνται στη Γερμανία.
Ο Μητροπολίτης Γερμανίας έχει τιμηθεί με ανώτατα πολιτειακά και εκκλησιαστικά παράσημα. Το 1980 τιμήθηκε από τον τότε Πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας κ. Κάρστενς με το Σταυρό Αξίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, το 1992 από τον Πρωθυπουργό κ. Ράου με το Παράσημο Αξίας του κρατιδίου Ρηνανίας – Βεστφαλίας και το 1994 με το παράσημο του Ανωτέρου Ταξιάρχου της Ελληνικής Δημοκρατίας από τον τότε πρόεδρο Κωνσταντίνο Καραμανλή.