Μέγας Βασίλειος

Ο Άγιος Βασίλειος γεννήθηκε το 329μ.Χ. στην Νεοκαισάρεια της Καππαδοκίας. Ήταν ένα από τα εννέα παιδιά του Βασιλείου και της Εμμελείας. Εκτός από τον Άγιο Βασίλειο, τα αδέρφια του Γρηγόριος και Πέτρος καθώς και η αδερφή του Μακρίνα ανακηρύχθηκαν επίσης Άγιοι από την Εκκλησία μας.

Ο Άγιος μεγάλωσε σε μια βαθειά θρησκευόμενη οικογένεια. Διδάχθηκε και αγάπησε τον Χριστό από τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Τα πρώτα γράμματα του τα δίδαξε ο πατέρας του, ο οποίος ήταν δάσκαλος. Τις σπουδές του συνέχισε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, στην Κωνσταντινούπολη και τελικά στην Αθήνα. Στην Αθήνα σπούδασε γεωμετρία, αστρονομία, φιλοσοφία, ιατρική, ρητορική και γραμματική. Στις σπουδές του αυτές αφιέρωσε τεσσεράμισι χρόνια. Κατά την διάρκεια αυτών των ετών, ο Άγιος Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ανέπτυξαν μεγάλη και ισχυρή φιλία. Ταυτόχρονα με τις σπουδές τους ανέπτυξαν, οι δύο μαζί, ιεραποστολική δράση διοργανώνοντας χριστιανικές συγκεντρώσεις, στις οποίες ανέλυαν θρησκευτικά ζητήματα, και ίδρυσαν τον πρώτο φοιτητικό χριστιανικό σύλλογο.

Μετά το τέλος των σπουδών του, ο Άγιος Βασίλειος επέστρεψε στην Καισάρεια και άρχισε να εξασκεί το επάγγελμα του διδασκάλου ρητορικής και του δικανικού ρήτορος, κάτι ανάλογο του σημερινού δικηγορικού επαγγέλματος. Και τα δύο επαγγέλματα τα άσκησε με μεγάλη ευσυνειδησία και επιτυχία, πράγμα που τον έκανε γνωστό σε όλη την περιοχή. Μετά από παρότρυνση της αδερφής του Μακρίνας, και αφού βαπτίσθηκε, εγκατέλειψε την επαγγελματική του καριέρα και αφιέρωσε τον χρόνο του στην Άσκηση και την μελέτη χριστιανικών βιβλίων. Για τον λόγο αυτό αποσύρθηκε σε ένα κτήμα που διατηρούσε η οικογένεια του στον Πόντο. Αξιοσημείωτο είναι ότι μετά την βάπτιση του δώρισε στους φτωχούς και στην εκκλησία το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του.

Θέλοντας ο Άγιος να εντρυφήσει στην χριστιανική πίστη, αποφάσισε να συναντήσει πολλούς ασκητές και μοναχούς και να γνωρίσει τον τρόπο ζωής τους. Για τον λόγο αυτό, ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους, στον Ιορδάνη, στην Αίγυπτο και στην Μεσοποταμία. Όταν γύρισε στο Πόντο από το ταξίδι αυτό, μοίρασε και την υπόλοιπη περιουσία του και αποσύρθηκε στο κτήμα του επιθυμώντας να ζήσει το υπόλοιπο του βίου του ως μοναχός. Εκεί έγραψε τους: «Κανόνισμούς δια τον Μοναχικόν βίον», κανόνες που ρυθμίζουν την ζωή στα μοναστήρια μέχρι τις μέρες μας.

Η φήμη του Αγίου Βασιλείου σιγά σιγά εξαπλώθηκε σε όλη την Καππαδοκία. Ο Μητροπολίτης της Καισάρειας Ευσέβιος κάνοντας πράξη την Θεία Βούληση αλλά και την βούληση των χριστιανών της περιοχής χειροτόνησε τον Άγιο Βασίλειο πρεσβύτερο. Το 370μ.Χ., και σε ηλικία 41 ετών, διαδέχθηκε ο Άγιος Βασίλειος τον Ευσέβιο μετά τον θάνατο του τελευταίου.

Ο Άγιος Βασίλειος υπήρξε υποδειγματικός Επίσκοπος. Ως άριστος ποιμένας, βοηθούσε κάθε πεινασμένο, άρρωστο και αδικημένο με όσες δυνάμεις διέθετε. Υπήρξε πάντα υπερασπιστής, οδηγός και βοηθός του ποιμνίου του. Υπάρχουν εκατοντάδες διηγήσεις περιστατικών που δείχνουν την δράση αυτή του Αγίου. Μεταξύ όσων έκανε για τους χριστιανούς της Καισάρειας, είναι η ίδρυση του φιλανθρωπικού ιδρύματος «Βασιλειάδα». Στο ίδρυμα λειτουργούσε νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο και ξενώνας. Τις υπηρεσίες του τις πρόσφερε το ίδρυμα δωρεάν σε όποιον τις είχε ανάγκη. Το προσωπικό του ιδρύματος αυτού ήταν εθελοντές που προσφέρανε την εργασία για το καλό του κοινωνικού συνόλου. Είναι αξιοθαύμαστο πως εκείνη την εποχή, μιλάμε για τον 4ο αιώνα μ.Χ. ο Άγιος Βασίλειος εμπνεύστηκε, ίδρυσε και λειτούργησε ένα ίδρυμα που και στις μέρες μας θα αποτελούσε πρότυπο.

Στην πολύπλευρη δράση του Αγίου συμπεριλαμβάνεται και ο «πόλεμος» που διεξήγαγε εναντίων της αιρέσεως του Αρειανισμού. Στον πόλεμο αυτό δεν δίστασε να αντιταχθεί πολλές φορές με την εκάστοτε πολιτική εξουσία. Όπλα του ήταν η πίστη και η προσευχή. Με τους λόγους, τα κηρύγματα αλλά και την πένα του μετέδιδε την αγάπη του για τον Χριστό. Έγραψε πολλά ασκητικά και παιδαγωγικά συγγράμματα, επιστολές και ομιλίες.

Μέχρι τις τελευταίες στιγμές τις ζωής του αγωνίστηκε για τον Χριστιανισμό και την ευημερία του ποιμνίου του. Παρέδωσε το πνεύμα του στον Δημιουργό, την 1η Ιανουαρίου του 379μ.Χ. σε ηλικία 49 ετών.

Την μνήμη του Αγίου Βασιλείου εορτάζουμε την 1η Ιανουαρίου.

Απολυτίκιο του Μεγάλου Βασιλείου:

Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος σου, ως δεξαμένην τον λόγον σου, δι’ ου θεοπρεπώς εδογμάτισας, την φύσιν των όντων ετράνωσας, τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας βασίλειον ιεράτευμα, Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Νέα Οσία Παρασκευή

Η νέα Οσία Παρασκευή, γεννήθηκε στο χωριό Επιβάτες της Θράκης το 1150μ.Χ. Τα πρώτα χρόνια της ζωής της είναι όμοια με αυτά της Αγίας Παρασκευής. Ήταν και η νέα Οσία μοναχοπαίδι πλούσιων χριστιανών, που την ανάθρεψαν με τα χριστιανικά ιδεώδη και την σπούδασαν.

Η νέα Οσία θέλησε να ακολουθήσει τα βήματα της Αγίας Παρασκευής. Έτσι κάποια στιγμή έφυγε από το σπίτι της και πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί προσκύνησε τα λείψανα των Αγίων στις εκκλησίες της Βασιλεύουσας και κατόπιν μόνασε σε ένα μοναστήρι στην Ηράκλεια του Πόντου για πέντε χρόνια. Μετά την πάροδο αυτών των ετών, ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους και έμεινε σε μια μονή εκεί, για άλλα πέντε χρόνια. Όταν έφυγε από εκεί και αφού πέρασε από την πατρίδα της και από την Κωνσταντινούπολη, εγκαταστάθηκε τελικά στην Καλλικράτεια όπου υπηρέτησε στον ναό των Αγίων Αποστόλων για μόλις δύο χρόνια, αφού σε ηλικία 27 ετών παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο.

Την νέα Οσία Παρασκευή έθαψαν στο νεκροταφείο της Καλλικράτειας. Όταν μετά από μερικά χρόνια, παρουσιάστηκε σε έναν ασκητή και έγινε η ανακομιδή της, βρήκαν το σώμα της άθικτο και από τον τάφο έβγαινε ευωδία. Το λείψανο της νέας Οσίας Παρασκευής έκανε πολλά θαύματα και εξακολουθεί να κάνει μέχρι τις μέρες μας.

Την μνήμη της νέας Οσίας Παρασκευής εορτάζουμε στις 14 Οκτωβρίου.

Αγία Παρασκευή

Η Αγία Παρασκευή γεννήθηκε στην Ρώμη το 117μ.Χ. Οι γονείς της ήταν Έλληνες. Ο πατέρας της, Αγάθων, και η μητέρα της, Πολιτεία, όντας χριστιανοί, όταν γεννήθηκε η Αγία την βάπτισαν και της έδωσαν το όνομα Παρασκευή. Την μεγάλωσαν σύμφωνα με την χριστιανική πίστη και την σπούδασαν αφού είχαν την οικονομική δυνατότητα μιας και ήταν πλούσιοι. Πολλοί θέλησαν να παντρέψουν την Αγία με τους υιούς τους, τόσο γιατί ήταν μια ενάρετη κοπέλα όσο και γιατί ήταν πλούσια. Η Αγία Παρασκευή, όμως, αρνήθηκε κάθε τέτοια πρόταση, έχοντας αποφασίσει να αφιερώσει την ζωή της στον Ιησού Χριστό.

Όταν ήταν σε ηλικία είκοσι ετών οι γονείς της πέθαναν. Τότε η Αγία έδωσε την περιουσία της στους φτωχούς, στην εκκλησία και σε ένα ίδρυμα, στο οποίο έμεναν χριστιανές κοπέλες που είχαν αφιερωθεί στον Ιησού Χριστό. Εκεί έμεινε για λίγα χρόνια η Αγία Παρασκευή, βοηθώντας στην διάδοση της χριστιανικής πίστης, όπως έκαναν και οι υπόλοιπες συγκάτοικοι της.

Κάποια στιγμή εγκατέλειψε το ίδρυμα αυτό και ξεκίνησε να κηρύττει τον Χριστιανισμό σε διάφορες πόλεις και χωριά της Ιταλίας. Κατά την διάρκεια αυτών των περιοδειών της, έπεισε πολλούς να βαπτιστούν Χριστιανοί. Αυτό ήταν κάτι που ενόχλησε κάποιους ειδωλολάτρες, οι οποίοι ανέφεραν την δράση της Αγίας Παρασκευής στον, επίσης ειδωλολάτρη, Αντωνίνο, αυτοκράτορα εκείνη την εποχή της Ρώμης.

Με εντολή του Αντωνίνου, συνέλαβαν την Αγία Παρασκευή και την οδήγησαν μπροστά του. Θέλοντας αυτός να την κάνει να απαρνηθεί την χριστιανική πίστη, την υποβάλει στο μαρτύριο της πυρακτωμένης περικεφαλαίας από το οποίο, με την χάρη του Ιησού Χριστού, η Αγία βγήκε σώα. Ακολούθησαν άλλα μαρτύρια, τα οποία η Αγία υπέμενε δοξολογώντας τον Χριστό. Το τελευταίο βασανιστήριο στο οποίο υποβλήθηκε η Αγία ήταν ένα καζάνι στο οποίο έβραζε πίσσα και λάδι. Εκεί έβαλαν την Αγία Παρασκευή η οποία όμως, με την βοήθεια του Θεού, δεν έπαθε τίποτα. Βλέποντας το αυτό ο Αντωνίνος, την προέτρεψε να ρίξει πάνω του πίσσα για να διαπιστώσει ο ίδιος αν καίει. Η πίσσα αυτή τύφλωσε τον αυτοκράτορα ο οποίος πίστεψε τότε στην αληθινή θρησκεία και ζήτησε από την Αγία Παρασκευή να τον βαπτίσει χριστιανό. Εκείνη όχι μόνο τον βάπτισε, αλλά και του θεράπευσε, με την χάρη του Θεού, τα μάτια. Η χάρη να θεραπεύσει τα μάτια, δόθηκε από τον Θεό στην Αγία Παρασκευή και γι’ αυτό τα περισσότερα θαύματα τα της, έχουν σχέση με τα μάτια των χριστιανών που ζητούν την βοήθεια της, τότε αλλά και μέχρι τις μέρες μας.

Η Αγία Παρασκευή συνέχισε μετά την βάπτιση του Αντωνίνου, να κηρύττει τον Λόγο του Θεού ταξιδεύοντας και σε άλλες χώρες εκτός από την Ιταλία. Κηρύττοντας τον Χριστιανισμό και βαπτίζοντας νέους χριστιανούς έφτασε και στην Ελλάδα. Όταν βρέθηκε στα Τέμπη, εκεί που βρίσκεται σήμερα ο ναός της, συννελήφθηκε από τους ειδωλολάτρες και οδηγήθηκε στον άρχοντα της περιοχής που ονομαζόταν Ταράσιος. Στην προσπάθεια του αυτός, να πείσει την Αγία Παρασκευή να εγκαταλείψει την δράση και την πίστη της, άρχισε να την υποβάλει σε φρικτά βασανιστήρια. Με θάρρος και δύναμη τα υπέμενε η Αγία, ενώ κάθε πρωί την έβρισκαν θεραπευμένη από τις πληγές των βασανιστηρίων της προηγούμενης ημέρας. Τελικά ο Ταράσιος διέταξε τον αποκεφαλισμό της και έτσι η Αγία Παρασκευή παρέδωσε την ψυχή της στον Ιησού Χριστό, τον οποίο πίστεψε και κήρυξε σε όλη της την ζωή. Το σώμα της έθαψαν κρυφά κάποιοι χριστιανοί. Στον τάφο της έγιναν πολλά θαύματα, αλλά και στα χρόνια που ακολούθησαν πολλοί βοηθήθηκαν από την Αγία Παρασκευή και κυρίως άνθρωποι με παθήσεις στα μάτια.

Την μνήμη της Αγίας Παρασκευής εορτάζουμε στις 26 Ιουλίου.

Απολυτίκιο της Αγίας Παρασκευής:

Την σπουδήν σου τη κλήσει κατάλληλον, εργασαμένη φερώνυμε, την ομώνυμόν σου πίστιν εις κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευή αθλοφόρε όθεν προχέεις ιάματα, και πρεσβεύεις υπέρ των ψυχών ημών.

Άγιος Αναστάσιος ο Πέρσης

Ο Άγιος Αναστάσιος γεννήθηκε στην Περσία στα τέλη του 6ου αιώνα μ.Χ. Το όνομα που του έδωσε ο πατέρας του Βαβ, ήταν Μάργουνδατ. Ο Βαβ, ήταν ένας από τους σοφούς της εποχής εκείνης στην Περσία και ασκούσε την μαγική τέχνη. Την τέχνη αυτή δίδαξε στον γιό του, ελπίζοντας να τον κάνει μεγάλο μάγο, ώστε όταν έρθει ο καιρός, να τον διαδεχθεί. Μέρος της εκπαίδευσης του Αγίου ήταν και η είσοδός του στο Τάγμα των Τηρώνων.

Τον καιρό εκείνο, ο λόγος του Ιησού Χριστού, έφτασε στην Περσία και πολλοί άρχισαν να πιστεύουν και να βαπτίζονται Χριστιανοί. Μεταξύ αυτών που πίστεψαν ήταν και Άγιος Αναστάσιος. Θέλοντας να ακολουθήσει μια χριστιανική ζωή, εγκατέλειψε την πατρίδα του, τις σπουδές και τα αξιώματά του και ταξίδεψε στην αρχή μέχρι την Ιεράπολη και κατόπιν μέχρι τα Ιεροσόλυμα. Στα Ιεροσόλυμα εξέφρασε την επιθυμία του να βαπτισθεί, πράγμα που έκανε πράξη ο Πατριάρχης Μόδεστος. Τότε έλαβε το όνομα Αναστάσιος και κατόπιν εισήλθε στο μοναστικό τάγμα, καθώς έγινε δεκτός από τον ηγούμενο Ιουστίνο στο μοναστήρι του Αγίου Αναστασίου.

Ο Άγιος Αναστάσιος ο Πέρσης, εργαζόταν στον κήπο και στο μαγειρείο του μοναστηριού. Συνεπής στις εργασίες που του είχαν αναθέσει, δεν παρέλειπε να εκτελεί με θέρμη και τα χριστιανικά του καθήκοντα. Έτσι έζησε ο Άγιος στο μοναστήρι για επτά συνεχή έτη. Κατά τη διάρκεια των επτά αυτών ετών, προσευχόταν και ζητούσε από τον Θεό να τον αξιώσει να μαρτυρήσει για την πίστη του. Κοντά στο τέλος των επτά ετών, ο Άγιος είδε ένα όνειρο, που του γνωστοποιούσε ότι το τέλος της ζωής του δεν ήταν μακριά. Πήρε τότε την απόφαση να εγκαταλείψει το μοναστήρι. Αφού γιόρτασε το Πάσχα εκείνης της χρονιάς στο μοναστήρι, έφυγε και ταξίδεψε ως την Καισάρεια της Παλαιστίνης. Από εδώ ξεκινούν τα μαρτύρια του Αγίου.

Εναντιώθηκε και χλεύασε τις μαγικές τελετές Περσών μάγων στην Καισάρεια. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να φυλακιστεί. Προσπαθώντας να τον πείσουν να αλλάξει πίστη, άρχισαν να τον υποβάλουν σε διάφορα μαρτύρια. Ο Άγιος τα υπέμενε με θάρρος, μένοντας ακλόνητος στην πίστη του Ιησού Χριστού. Βλέποντας ότι τα μαρτύρια δεν είχαν αποτέλεσμα, έστειλαν τον Άγιο Αναστάσιο στην Περσία, όπου παρουσιάστηκε στον τότε βασιλιά Χοσρόη. Ο Χοσρόης έδειξε όλη του την σκληρότητα στον Άγιο, υποβάλλοντάς τον σε ατελείωτα μαρτύρια. Βλέποντας όμως ότι δεν υπήρχε περίπτωση να απαρνηθεί την πίστη του, έδωσε εντολή να εκτελεστεί.

Μαζί με άλλους εβδομήντα χριστιανούς ο Άγιος οδηγήθηκε στον τόπο που έμελλε να θανατωθεί. Εκεί ένας ένας οι Χριστιανοί πνίγονταν με σχοινιά ενώ οι δήμιοι χλεύαζαν τον Άγιο προκαλώντας τον να εγκαταλείψει τον Χριστιανισμό. Αρνούμενος ο Άγιος έσκυψε το κεφάλι και με ένα ξίφος τον αποκεφάλισαν. Πριν να πάνε οι χριστιανοί να πάρουν το σώμα του από τον τόπο εκτέλεσης, είχαν μαζευτεί άγρια σκυλιά που κατέτρωγαν τα σώματα των δολοφονημένων χριστιανών. Τα ίδια σκυλιά όχι μόνο δεν πείραξαν το σώμα του Αγίου αλλά το προστάτευαν κιόλας. Το λείψανο του Αγίου ενταφιάστηκε τελικά στο μοναστήρι του Αγίου Σέργιου. Ο Άγιος παρέδωσε την ψυχή του στις 22 Ιανουαρίου του 627 μ.Χ. και έτσι γιορτάζουμε την μνήμη του Αγίου Αναστασίου του Πέρση κάθε 22 Ιανουαρίου.

Απολυτίκιο του Αγίου Αναστασίου του Πέρση:

Την πλάνην αφέμενος, την των Περσών νουνεχώς, τη πίστει προσέδραμες, τη του Χριστού ευσεβώς, σοφέ Αναστάσιε. Όθεν και εν ασκήσει διαπρέψας ενθέως, ήθλησας υπέρ φύσιν, και τον όφιν καθείλες διό διπλώ στεφάνω, θεόθεν εστεφάνωσαι.

Αγία Φωτεινή η Ισαπόστολος

Η Αγία Φωτεινή έζησε στα χρόνια του Χριστού. Ήταν Σαμαρίτισσα στην καταγωγή και διέμενε στην πόλη Συχάρ όπου ζούσε ένα έκλυτο βίο. Ο τρόπος ζωής της ήταν γνωστός στους συμπολίτες της και για αυτόν την είχαν στιγματίσει.

Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς περνούσε από την Συχάρ και στάθηκε σε ένα πηγάδι για να πιει νερό. Εκεί συναντήθηκε με την Αγία Φωτεινή από την οποία ζήτησε να του δώσει νερό. Τότε οι Ιουδαίοι και οι Σαμαρείτες δεν είχαν επαφές και γι’ αυτό παραξενεύτηκε η Αγία που ένας Ιουδαίος της απηύθυνε τον λόγο. Το είπε αυτό στον Ιησού και Εκείνος της αποκρίθηκε ότι αν ήξερε ποιος είναι θα του ζητούσε αυτή νερό που δεν τελειώνει ποτέ και όταν το πιει κάποιος δεν ξαναδιψά, εννοώντας φυσικά τον λόγο του Κυρίου και την Χριστιανική πίστη. Μετά από την συνομιλία με τον Χριστό, η Αγία Φωτεινή πίστεψε σε Αυτόν και κάλεσε τους συμπολίτες της να τρέξουν να Τον συναντήσουν. Ο Χριστός έμεινε δύο ημέρες στη Συχάρ και τους μετέδωσε τον Λόγο και την ευλογία Του.

Η Αγία Φωτεινή βαπτίστηκε από τους Αποστόλους την ημέρα της Πεντηκοστής μετά την Ανάσταση του Κυρίου. Μαζί της βαπτίστηκαν και οι δύο γιοί της καθώς και οι πέντε αδερφές της. Με την συνοδεία των γιών της και των αδερφών της κήρυξε τον λόγο του Χριστού στην Συρία, στην Φοινίκη, στην Παλαιστίνη, στην Αίγυπτο, στην Καρχηδόνα και τελικά στη Ρώμη. Η μεγάλη της αυτή αποστολική δράση είναι ο λόγος για τον οποίο η εκκλησία μας την ονομάζει Ισαπόστολο.

Τα χρόνια περνούσαν και η Αγία κήρυττε τον λόγο του Χριστού με θέρμη σε όσα μέρη την αξίωσε η χάρη Του να ταξιδέψει. Κάποια στιγμή έφτασε και στην Καρθαγένη στην Βόρεια Αφρική. Μαζί της ήταν πάντα οι πέντε αδερφές της (Ανατολή, Φωτώ, Φωτίς, Παρασκευή και Κυριακή) και ο μικρός γιος της ο Ιωσήν.

Ο μεγάλος της γιος Βίκτωρ ήταν στρατιώτης στον Ρωμαϊκό στρατό και έφερε το βαθμό του στρατηλάτη. Ρωμαίος αυτοκράτορας τότε ήταν ο Νέρων, ο οποίος μη γνωρίζοντας ότι ο Βίκτωρ ήταν χριστιανός, του ανέθεσε να διώξει τους Χριστιανούς στην Ιταλία. Ο Βίκτωρ πήγε στην Ιταλία αλλά φυσικά αρνήθηκε να φέρει σε πέρας τις εντολές που είχε λάβει. Ο δούκας Σεβαστιανός, φίλος του Βίκτωρα προσπάθησε να τον μεταπείσει αλλά αντί αυτού και με την χάρη του Ιησού Χριστού, μεταπείστηκε ο ίδιος και βαπτίστηκε χριστιανός.

Ο Νέρων πληροφορήθηκε τα γεγονότα αυτά και κάλεσε στην Ρώμη τόσο τον Βίκτωρα, που είχε εντωμεταξύ λάβει το χριστιανικό όνομα Φωτεινός, και τον Σεβαστιανό, όσο και την Αγία Φωτεινή με τις αδερφές της και τον μικρό της γιο.

Στην προσπάθειά του να τους κάνει να αλλάξουν πίστη, ο Νέρων χρησιμοποίησε όσα δόλια μέσα και όσα βασανιστήρια του ήταν γνωστά. Η Αγία Φωτεινή και οι υπόλοιποι μάρτυρες δεν λύγισαν ούτε στιγμή και συνεχώς δοξολογούσαν τον Ιησού Χριστό.

Κατά τη διάρκεια των φρικτών μαρτυρίων που υπέστησαν, πολλά θαύματα έλαβαν χώρα. Μετά από κάθε μαρτύριο, τόσο η Αγία όσο και οι υπόλοιποι μάρτυρες ήταν ανέπαφοι. Αυτό ήταν κάτι που πείσμωνε τον Νέρωνα αλλά ταυτόχρονα έκανε πολλούς από αυτούς που έβλεπαν τα θαύματα αυτά να πιστέψουν στον Χριστό και να βαπτιστούν χριστιανοί. Μετά από ατελείωτα μαρτύρια που υπέστει η Αγία Φωτεινή φυλακίστηκε και μέσα στην φυλακή παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο.

Την μνήμη της Αγίας Φωτεινής γιορτάζουμε στις 26 Φεβρουαρίου.

Απολυτίκιο της Αγίας Φωτεινής:

Θείω Πνεύματι καταυγασθείσα, και τοις νάμασι, καταρδευθείσα, παρά Χριστού του Σωτήρος, πανεύφημε, της σωτηρίας το ύδωρ κατέπιες, και τοις διψώσι αφθόνως μετέδωσας, Μεγαλομάρτυς και Ισαπόστολε Φωτεινή, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Άγιος Ιωάννης Ρώσος

Ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος γεννήθηκε το 1690 μ.Χ. στη Ρωσία. Οι γονείς του, πιστοί χριστιανοί οι ίδιοι, βάπτισαν τον γιό τους χριστιανό και τον μεγάλωσαν σύμφωνα με τις επιταγές του Χριστιανισμού. Ο Άγιος από μικρός έγινε θερμός χριστιανός και διήγαγε τον βίο του εν Χριστώ.

Όταν έφτασε στην κατάλληλη ηλικία, ο Άγιος Ιωάννης κατετάγη στον Ρωσικό στρατό. Την εποχή εκείνη μαινόταν ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Ο Άγιος πολέμησε σε αυτόν τον πόλεμο, έως ότου αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και δόθηκε σαν σκλάβος σε ένα Τούρκο αξιωματικό που καταγόταν από το χωριό Προκόπι της Μικράς Ασίας. Ο Τούρκος αξιωματικός μετέφερε τον Άγιο στο Προκόπι και εκεί προσπάθησε, όπως συνηθιζόταν τότε, να τον πείσει να αλλαξοπιστήσει. Ο Άγιος αντιστάθηκε σθεναρά σε όλες τις προσπάθειες του Τούρκου και τέλος, με την βοήθεια του Θεού, ο Τούρκος άφησε ήσυχο τον Άγιο να διατηρήσει την πίστη του.

Οι συνθήκες διαβίωσης του Αγίου ήταν πολύ σκληρές. Κοιμόταν στο στάβλο του αφεντικού του, μαζί με τα ζώα των οποίων τη φροντίδα του είχε αναθέσει. Έτρωγε ελάχιστα, τα ρούχα του ήταν φτωχικά και ήταν αναγκασμένος να περπατά χωρίς υποδήματα. Σε αυτόν τον στάβλο, ο Άγιος προσευχόταν, ενώ τα βράδια συχνά επισκεπτόταν μια εκκλησία που ήταν εκεί κοντά, αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο.

Η χάρη του Αγίου Ιωάννη του Ρώσου, έφερε ευλογία στο σπίτι του αφεντικού του, ο οποίος πλούτισε και έγινε από τους ισχυρότερους άντρες της περιοχής. Όταν κάποια στιγμή ο Τούρκος αξιωματικός επισκέφτηκε την Μέκκα για προσκύνημα, ο Άγιος Ιωάννης με θαυμαστό τρόπο έστειλε από το Προκόπι στην Μέκκα ένα πιάτο με ρύζι για το αφεντικό του. Στην αρχή δεν τον πίστεψαν, αλλά όταν ο Τούρκος γύρισε από την Μέκκα φέρνοντας το πιάτο μαζί του πείστηκαν και το θαύμα αυτό έγινε σε όλους όσους κατοικούσαν στην περιοχή γνωστό.

Ο Τούρκος θέλοντας να τιμήσει τον Άγιο προσφέρθηκε να του καλυτερέψει τις συνθήκες διαβίωσης. Ο Άγιος όμως αρνήθηκε και συνέχισε να φροντίζει τα ζώα του αφεντικού του και να μένει στον στάβλο. Δουλεύοντας την ημέρα και προσευχόμενος την νύχτα έζησε ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος τον υπόλοιπο του βίου του έως τις 27 Μαΐου του 1730 μ. Χ. όπου αναπαύτηκε σε ηλικία 40 ετών.

Το σώμα του παραδόθηκε από το αφεντικό του στους Χριστιανούς του Προκοπίου ώστε να το θάψουν σύμφωνα με τους κανόνες του Χριστιανισμού. Το σώμα του Αγίου ενταφιάστηκε στο χριστιανικό νεκροταφείο και εκεί παρέμεινε για τρεισήμισι χρόνια. Μετά το πέρας αυτών των ετών ο Άγιος εμφανίστηκε στον ύπνο ενός γέροντα Ιερέα ζητώντας του να γίνει ανακομιδή του ιερού λειψάνου του. Κάθε βράδυ μια στήλη φωτός κατέβαινε από τον ουρανό στον τάφο του Αγίου.

Οι Χριστιανοί έκαναν την ανακομιδή του Λειψάνου του Αγίου και το τοποθέτησαν σε μια λάρνακα κάτω από την Αγία Τράπεζα του Ναού του Αγίου Γεωργίου στον οποίο προσευχόταν ο Άγιος εν όσο ήταν στη ζωή. Πολλά θαύματα γίνονταν με την χάρη του Αγίου και κόσμος πολύς ερχόταν να προσκυνήσει το Ιερό Λείψανό του. Όταν το 1834 μ.Χ. κτίστηκε στο Προκόπι ένας μεγάλος Ναός του Μεγάλου Βασιλείου, μεταφέρθηκε εκεί το Λείψανό του. Τρεις φορές όμως θαυματουργά επέστρεφε το βράδυ το Ιερό Λείψανο του Αγίου στον παλαιό ναό, ενώ οι πιστοί το μετέφεραν την ημέρα στον νέο Ναό. Μετά από πολλές αγρυπνίες, και με την συγκατάβαση του Αγίου μεταφέρθηκε μόνιμα πλέον το λείψανο του στον νέο Ναό.

Σε αυτόν τον ναό έμεινε ο Άγιος μέχρι το 1924 μ.Χ. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών Ελλάδας και Τουρκίας που έγινε τότε, μεταφέρθηκε και το Ιερό Λείψανο του Αγίου Ιωάννη του Ρώσου στο Νέο Προκόπι της Εύβοιας όπου εγκαταστάθηκαν οι Έλληνες που ζούσαν στο Προκόπι της Μικράς Ασίας.

Το 1930 άρχισε να χτίζεται ναός προς τιμή του Αγίου, ο οποίος ολοκληρώθηκε μετά από πολλούς κόπους των πιστών το 1951. Τότε μεταφέρθηκε ο Άγιος στο νέο Ναό και εκεί βρίσκεται μέχρι τις μέρες μας. Πιστοί επισκέπτονται τον ναό αυτό και προσκυνούν τον Άγιο, από την Ελλάδα και το εξωτερικό ευχαριστώντας τον για τα θαύματα και την βοήθεια που τους δίνει με τη χάρη του. Την μνήμη του Αγίου Ιωάννου του Ρώσου εορτάζουμε στις 27 Μαΐου.

Απολυτίκιο του Αγίου Ιωάννου του Ρώσου:

Εκ γης ο καλέσας σε προς ουρανίους μονάς, τηρεί και μετά θάνατον, αδιαλώβητον, το σκήνος σου Όσιε. Συ γαρ εν τη Ασία, ως αιχμάλωτος ήχθης, ένθα και ωκειώθης, τω Χριστώ Ιωάννη. Αυτόν ουν ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Άγιος Φανούριος

Δυστυχώς για τη ζωή του Αγίου Φανουρίου, δεν σώζονται γραπτές αναφορές. Όλα όσα γνωρίζουμε είναι υποθέσεις που πηγάζουν από μια εικόνα του που βρέθηκε τον 14ο με 15ο αιώνα μ.Χ., στο νησί της Ρόδου. Εκείνο τον καιρό, η Ρόδος βρισκόταν υπό την κατοχή των Αγαρηνών. Κατά τη διάρκεια των εργασιών αναστύλωσης των τειχών της πόλης, βρέθηκε στο νότιο τμήμα του φρουρίου, ανάμεσα στα χαλάσματα, ένας μισογκρεμισμένος ναός γεμάτος παλιές εικόνες. Οι περισσότερες εικόνες ήταν τόσο παλιές και τόσο φθαρμένες που δεν ξεχώριζαν οι μορφές των Αγίων πάνω τους. Μία όμως εικόνα ήταν σε πολύ καλή κατάσταση. Παρίστανε ένα νέο, ντυμένο στρατιωτικά και το όνομα που ήταν γραμμένο πάνω της ήταν Άγιος Φανούριος. Ο Άγιος, όπως είπαμε, απεικονίζονταν με ρωμαϊκή στρατιωτική ενδυμασία, κρατώντας στο αριστερό χέρι έναν σταυρό και στο δεξί μια λαμπάδα. Εκτός από τη μορφή του Αγίου, στην εικόνα υπήρχαν και δώδεκα παραστάσεις που απεικόνιζαν τα μαρτύρια που υπέστη από τους Ρωμαίους. Τα συμπεράσματα που βγαίνουν αναλύοντας την εικόνα είναι τα εξής: Κατ’ αρχήν ο Άγιος φαίνεται να μαρτύρησε σε μικρή ηλικία, αφού τόσο στην εικόνα, όσο και στις παραστάσεις των μαρτυρίων του, παρουσιάζεται νεαρός.

Από την σφοδρότητα των μαρτυρίων που υπέστη, όπως φαίνονται στις δώδεκα απεικονίσεις, συμπεραίνουμε ότι ο Άγιος πρέπει να έζησε και να μαρτύρησε γύρω στον δεύτερο με τρίτο αιώνα μ.Χ. όπου οι διωγμοί των Χριστιανών ήταν ανελέητοι. Το άλλο συμπέρασμα που βγαίνει από τις παραστάσεις των μαρτυρίων του, είναι ότι ο Άγιος ήταν μεγαλομάρτυρας αφού υπέμεινε τόσα πολλά και τόσο απάνθρωπα μαρτύρια.

Ένα άλλο συμπέρασμα πηγάζει από την ενδυμασία του Αγίου. Όπως αναφέραμε και παραπάνω, φαίνεται να φορά ρωμαϊκή στρατιωτική στολή. Αυτό σημαίνει ότι ο Άγιος ήταν μορφωμένος για να κατέχει εν ζωή αυτή τη θέση. Το τελευταίο συμπέρασμα είναι ότι ο Άγιος Φανούριος, πρέπει να ήταν Ελληνικής καταγωγής, πράγμα που φαίνεται από το όνομά του.
Η εικόνα που περιγράψαμε παραπάνω μελετήθηκε από τον Νείλο, τον τότε Μητροπολίτη της Ρόδου. Ο Νείλος συμπέρανε ότι ο Άγιος Φανούριος ανήκει στους μεγαλομάρτυρες της Χριστιανικής πίστης και γι αυτό αναστήλωσε τον ναό στον οποίο βρέθηκε η εικόνα και την τοποθέτησε εκεί. Ο ναός σώζεται ως τις μέρες μας και χιλιάδες πιστοί τον επισκέπτονται κάθε χρόνο για να προσκυνήσουν τον Άγιο Φανούριο.

Ο Άγιος Φανούριος είναι ένας από τους πιο θαυματουργούς Αγίους της Χριστιανικής πίστης. Οι Χριστιανοί συνηθίζουν όταν θέλουν να παρακαλέσουν για κάτι τον Άγιο, να φτιάχνουν μια ειδική πίτα, την Φανουρόπιτα, την οποία πηγαίνουν στην εκκλησία και μετά το πέρας της λειτουργίας την μοιράζουν στους πιστούς που παρευρίσκονται εκεί. Την μνήμη του Αγίου Φανουρίου γιορτάζουμε στις 27 Αυγούστου.

Το απολυτίκιο του Αγίου Φανουρίου:

Ουράνιον εφύμνιον εν γη τελείται λαμπρώς, επίγειον πανήγυριν νυν εορτάζει φαιδρώς Αγγέλων πολίτευμα, άνωθεν υμνωδίαις, ευφήμουσι τους άθλους, κάτωθεν Εκκλησία, την ουράνιον δόξαν ην εύρες πόνοις και άθλοις τοις σοις, Φανούριε ένδοξε.

Άγιος Παντελεήμων

Ο Αγιος Παντελεήμων γεννήθηκε στην Νικομήδεια, στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ. Πατέρας του ήταν ο Ευστόργιος και μητέρα του η Ευβούλη. Το όνομα που του έδωσαν οι γονείς του ήταν Παντολέων. Ο πατέρας του ήταν ειδωλολάτρης ενώ η μητέρα του ήταν Χριστιανή. Ο Αγιος έμεινε ορφανός από μητέρα σε νεαρή ηλικία. Αφού έμαθε τα πρώτα γράμματα, διδάχθηκε τα Ελληνικά και κατόπιν ο πατέρας του τον έστειλε να μαθητεύσει κοντά στον γνωστό ιατρό Ευφρόσυνο την επιστήμη της ιατρικής. Τις Χριστιανικές νουθεσίες της μητέρας του, αντικατέστησαν μετά τον θάνατό της, οι νουθεσίες του Αγίου Ερμόλαου, που εκείνον τον καιρό ήταν ιερέας της Χριστιανικής εκκλησίας στη Νικομήδεια. Ο Αγιος Παντελεήμων, μεγαλωμένος σε ένα σπίτι που συνυπήρχε η ειδωλολατρική και η Χριστιανική πίστη, δεν είχε επιλέξει σε ποιαν να πιστέψει. Μια μέρα, και ενόσω ακόμη σπούδαζε την Ιατρική, είδε στο δρόμο που περπατούσε ένα φίδι να δαγκώνει ένα παιδί και αμέσως το παιδί έπεσε νεκρό. Ο Αγιος τότε σκέφτηκε ότι εάν ο Χριστός ανάσταινε το παιδί και πέθαινε το φίδι, θα γινόταν ο ίδιος Χριστιανός. Και έτσι έγινε. Μπροστά στα μάτια του, το παιδί αναστήθηκε και το φίδι εξαφανίστηκε. Ο Αγιος κατάλαβε τότε ποια είναι η αληθινή πίστη και έτρεξε στον Άγιο Ερμόλαο να του αναφέρει τι έγινε και να του ζητήσει να τον βαπτίσει Χριστιανό. Ο Αγιος Ερμόλαος τον βάπτισε και του δίδαξε τα μυστήρια της Χριστιανικής πίστης.

Ο Αγιος Παντελεήμωνας με την βοήθεια του Ιησού Χριστού και την προσευχή, άρχισε να γιατρεύει συμπολίτες του, με αποτέλεσμα η φήμη του να μεγαλώνει συνεχώς στο λαό της Νικομήδειας. Μετά από ένα θαύμα που έκανε στο πατρικό του σπίτι, όπου με την βοήθεια της προσευχής κατάφερε να δώσει το φως σε έναν τυφλό, έπεισε και τον ειδωλολάτρη πατέρα του να βαπτιστεί Χριστιανός και να ζήσει ο υπόλοιπο του βίου του εν Χριστώ.

Όταν ο πατέρας του πέθανε, ο Αγιος Παντελεήμωνας, μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς και συνέχισε να θεραπεύει τους αρρώστους με την βοήθεια της προσευχής. Η μοναδική αμοιβή που ζητούσε ήταν οι θεραπευμένοι να βαπτίζονται Χριστιανοί.

Η δράση του αυτή, έκανε τους υπόλοιπους γιατρούς της περιοχής να τον μισήσουν και να τον κατηγορήσουν στον Μαξιμιανό, που ήταν βασιλιάς εκείνα τα χρόνια. Ο Μαξιμιανός, ειδωλολάτρης ο ίδιος, τάχθηκε με το μέρος τους και κάλεσε τον Άγιο Παντελεήμονα να παρουσιαστεί μπροστά του με σκοπό να του αλλάξει την πίστη και να τον κάνει ειδωλολάτρη.

Αφού δεν τα κατάφερε με τα λόγια, τον υπέβαλε σε σκληρά μαρτύρια, ελπίζοντας πως έτσι θα γίνει αυτό που ήθελε. Ο Αγιος με συνεχή προσευχή, όχι μόνο υπέμεινε τα μαρτύρια αυτά, αλλά στο τέλος κάθε μαρτυρίου ήταν σώος και αβλαβής. Ο Μαξιμιανός, αντί να πιστέψει μετά από τα θαύματα που έβλεπε να συμβαίνουν μπροστά του, πείσμωνε περισσότερο. Τελικά, θανάτωσε τον Άγιο Ερμόλαο, θεωρώντας τον υπεύθυνο για την πίστη του Αγίου Παντελεήμονα και διέταξε τον αποκεφαλισμό του Αγίου. Κατά την διάρκεια του αποκεφαλισμού ένα ακόμη θαύμα συνέβη. Το ξίφος με το οποίο θα αποκεφάλιζαν τον Άγιο, λύγισε σαν κερί. Οι στρατιώτες πίστεψαν στην χάρη του Ιησού Χριστού και αρνήθηκαν να θανατώσουν τον Άγιο Παντελεήμονα. Ο Αγιος προσευχήθηκε και τότε μια φωνή ακούστηκε από τον ουρανό, που έλεγε ότι στο εξής, δεν θα ονομάζεται Παντολέοντας αλλά Παντελεήμων και σε αυτόν θα προσεύχονται οι Χριστιανοί ζητώντας ευσπλαχνία. Μετά από το θαύμα αυτό και με παράκληση του ίδιου του Αγίου, έγινε η εκτέλεσή του. Ο Άγιος παρέδωσε το πνεύμα του ενώ οι στρατιώτες έγιναν Χριστιανοί και άρχισαν να διακηρύττουν τον λόγο του Ιησού Χριστού. Την μνήμη του Αγίου Παντελεήμονα την γιορτάζουμε στις 27 Ιουλίου.

Το απολυτίκιο του Αγίου Παντελεήμονα:
Αθλοφόρε Άγιε, και ιαματικέ Παντελεήμων, πρέσβευε τω ελεήμονι Θεώ, ίνα πταισμάτων άφεσιν, παράσχη ταις ψυχαίς ημών.

Άγιος Νεκτάριος

Ο Άγιος Νεκτάριος γεννήθηκε στη Σηλυβρία της Θράκης το 1846. Γονείς του ήταν ο Δήμος και η Βασιλική Κεφαλά. Ήταν το πέμπτο αγόρι της οικογένειας και όταν τον βάφτισαν του έδωσαν το όνομα Αναστάσιος. Στην Σηλυβρία διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα, αλλά επειδή η οικογένειά του ήταν φτωχή, αποφάσισε να πάει στην Κωνσταντινούπολη όπου θα συνέχιζε τις σπουδές του, ενώ ταυτόχρονα θα εργαζόταν.

Πράγματι, σε ηλικία 14 ετών, πήγε στη Βασιλεύουσα όπου άρχισε να εργάζεται στο καπνεργοστάσιο ενός συγγενή του. Παρόλο που εργαζόταν, δεν τον πλήρωναν για την εργασία του κι έτσι ο Άγιος δυσκολευόταν να βρει ακόμα και να φάει. Οι δυσκολίες της ζωής, δεν τον εμπόδισαν, όμως, τα βράδια του να τα αφιερώνει στη μάθηση και να τα περνά διαβάζοντας βιβλία και εκκλησιαστικές μελέτες.

Κάποια στιγμή αποφάσισε να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προς τα εκεί, ξέσπασε μεγάλη θαλασσοταραχή και κινδύνεψε το πλοίο να βυθιστεί. Ο Άγιος Νεκτάριος βύθισε στη θάλασσα το Σταυρό, που κουβαλούσε πάντα μαζί του, και η θάλασσα αμέσως ημέρεψε. Ο Σταυρός όμως χάθηκε και ο Άγιος λυπήθηκε πολύ. Όταν το πλοίο, όμως, έφτασε σώο στον προορισμό του, ο Σταυρός βρέθηκε κολλημένος στα ύφαλα του πλοίου. Αυτό ήταν το πρώτο θαύμα που έκανε ο Άγιος Νεκτάριος εν ζωή. Το μετόχι του Παναγίου Τάφου προσέλαβε τον Άγιο και έτσι έμεινε εκεί ως την ηλικία των 20 ετών.

Όταν συμπλήρωσε το 20 έτος της ηλικίας του, πήγε στο χωριό Λιθί της Χίου. Εκεί δίδαξε γράμματα στα παιδιά του χωριού, επί 7 συνεχή έτη. Η επιθυμία του Αγίου ήταν να γίνει μοναχός. Κάνοντας πράξη την επιθυμία του, χρίστηκε μοναχός στη Νέα Μονή της Χίου. Στη Νέα Μονή μελέτησε εκτενώς τα συγγράμματα που βρίσκονταν στην βιβλιοθήκη της Μονής. Το 1877 χειροτονήθηκε Διάκονος στο ναό του Αγίου Μηνά και έλαβε το όνομα Νεκτάριος.

Με τη βοήθεια του Ιωάννη Χωρέμη (ευκατάστατου Χιώτη) και του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιου, ο Άγιος τελείωσε τις Γυμνασιακές του σπουδές στην Αθήνα και σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Αφού πήρε το πτυχίο του το 1885, πήγε στην Αλεξάνδρεια, όπου χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και εργάστηκε ως γραμματέας του Πατριαρχείου και ως Πατριαρχικός Επίτροπος στο Κάιρο. Το έτος 1889 χειροτονήθηκε στο Κάιρο, Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Ο Άγιος Νεκτάριος ασκούσε τα καθήκοντά του με ζήλο και αρετή. Η προσωπικότητά του όμως και οι δραστηριότητές του, προκάλεσαν το μίσος σε ανθρώπους που βρίσκονταν στο περιβάλλον του Πατριάρχη Σωφρόνιου. Αυτοί συκοφάντησαν τον Άγιο Νεκτάριο ότι εποφθαλμιούσε το αξίωμα του Πατριάρχη και κατάφεραν να εκδιωχθεί από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.

Ο Άγιος ήρθε στην Αθήνα, όπου για ένα έτος δεν έβρισκε εργασία και στερούνταν συχνά και το ίδιο το φαγητό. Ζήτησε από το Υπουργείο Παιδείας να τον διορίσει Ιεροκήρυκα όπου θεωρούσε το Υπουργείο σωστό. Τελικά διορίστηκε Ιεροκήρυκας στη Χαλκίδα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του εκεί, αποκαλύφθηκε η συκοφαντία που είχε υποστεί στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.
Το 1894 ο Άγιος Νεκτάριος διορίστηκε Διευθυντής της Ριζαρίου Σχολής. Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο έχει τραβηχτεί στον περίβολο της Σχολής εκείνη την εποχή. Ο Άγιος διεύθυνε τη Σχολή με υποδειγματικό τρόπο και απεριόριστη αγάπη για τους σπουδαστές της. Όσο ήταν ακόμη διευθυντής στη Σχολή, αγόρασε ένα μικρό και παλαιό μοναστήρι στην Αίγινα. Με πολλούς κόπους κατάφερε να αναστηλώσει και να μεγαλώσει το μοναστήρι αυτό.

Το 1908, και αφού είχε διευθύνει την Ριζάριο για 14 συνεχή έτη, παραιτήθηκε από τη θέση του Διευθυντή για λόγους υγείας. Ο Άγιος Νεκτάριος συνέχισε τον βίο του στο μοναστήρι της Αίγινας. Ταπεινός και απλός όπως ήταν, λάμβανε στο μοναστήρι, μέρος σε κάθε ασχολία, βοηθώντας ακόμη και τους εργάτες στις εργασίες τους. Παράλληλα με τις ασχολίες του αυτές, μελετούσε βιβλία και συνέγραφε. Επιγραμματικά αναφέρουμε το έργο του «Περί του Σχίσματος», τριάντα Τριαδικούς ύμνους, εκατόν πενήντα τέσσερις ύμνους για την Θεοτόκο καθώς και πολλούς εκκλησιαστικούς λόγους.

Στη μονή έζησε ο Άγιος Νεκτάριος ως το 1920 που δημιουργήθηκε ένα πρόβλημα στον προστάτη του και αρρώστησε. Υποφέροντας από φρικτούς πόνους μεταφέρθηκε στο Αρεταίειο Νοσοκομείο Αθηνών. Στις 9 Νοεμβρίου του 1920 παρέδωσε το πνεύμα του σε ηλικία 74 ετών. Κατά τη διάρκεια της ζωής του όπως και μετά το πέρας αυτής, ο Άγιος έκανε πολλά θαύματα. Είναι ο νεότερος Άγιος της Εκκλησίας μας και η μνήμη του τιμάται στις 9 Νοεμβρίου. Απολυτίκιο του Αγίου Νεκταρίου:

Συλληβρίας τον γόνον και Αιγίνης τον έφορον, τον εσχάτοις χρόνοις, φανέντα, αρετής, φίλον γνήσιον, Νεκτάριον τιμήσωμεν πιστοί, ως ένθεον θεράποντα Χριστού. Αναβλύζει γαρ ιάσεις παντοδαπάς τοις ευλαβώς κραυγάζουσι: Δόξα Τω Σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα Τω Σε θαυματώσαντι, δόξα Τω ενεργούντι δια Σου πάσιν ιάματα.

Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός

Κατά την πρώτη περίοδο της εικονομαχίας, ανάμεσα στους υπερασπιστές των εικόνων ξεχώρισε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (676 -754 ή 787). Ο Σέργιος, πατέρας του Ιωάννη, ήταν υπεύθυνος για το θησαυροφυλάκιο του χαλίφη ή ήταν διοικητής της Δαμασκού. Όταν πέθανε ο Σέργιος, ο χαλίφης διόρισε τον Άγιο Ιωάννη πρωτοσύμβουλο του χαλιφάτου. Εκείνη την εποχή η εικονομαχία ήταν στο απόγειό της και ο Άγιος Ιωάννης έγραφε επιστολές υπέρ των εικόνων. Ο αυτοκράτωρ Λέων Γ, μην έχοντας άλλον τρόπο να αντιμετωπίσει τις επιστολές του Αγίου Ιωάννη Δαμασκηνού, τον συκοφαντεί, στον χαλίφη της Δαμασκού, ως προδότη. Συγκεκριμένα ο Λέοντας φρόντισε να φτάσει στα χέρια του χαλίφη χαλκευμένη επιστολή, την οποία υποτίθεται την είχε γράψει ο Άγιος Ιωάννης και προέτρεπε τον αυτοκράτορα να επιτεθεί με τα στρατεύματά του στον χαλίφη. Ο χαλίφης τότε, διέταξε να κοπεί το δεξιό χέρι του Αγίου.

Αφού εκτέθηκε δημόσια το χέρι του Αγίου, οι φίλοι του παρακάλεσαν τον χαλίφη, να το πάρουν και να το ενταφιάσουν. Αυτός τους το έδωσε και εκείνοι το έδωσαν στον Άγιο Ιωάννη. Ο Άγιος Ιωάννης το έθεσε στην εικόνα της Δεξιοκρατούσας Θεοτόκου και προσευχόταν με θέρμη, παρακαλώντας να τον θεραπεύσει και δίνοντας της την υπόσχεση να γράψει ύμνους για τον Υιό της και την ίδια την Παναγία. Το επόμενο πρωί όταν ξύπνησε, το χέρι του είχε κολλήσει θαυματουργικά και ο Άγιος ομολόγησε στον χαλίφη και σε όλους το θαύμα που έζησε. Ο Άγιος έβαλε επάνω στην εικόνα μία ασημένια παλάμη (ακριβώς όπως τα τάματα που βλέπουμε και σήμερα σε διάφορες άγιες εικόνες) κι έτσι ονομάστηκε αυτή η εικόνα Παναγία η Τριχερούσα. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός κράτησε την υπόσχεσή του και έγραψε πολλούς ύμνους αλλά συνέχισε και να αντιστέκεται στην εικονομαχία. Μοίρασε τα υπάρχοντά του στους φτωχούς, και αναχώρησε στην Μονή του Αγίου Σάββα στην Παλαιστίνη, παίρνοντας μαζί του και την θαυματουργική εικόνα της Παναγίας.

Στο Μοναστήρι του Αγίου Σάββα πέρασε την υπόλοιπη ζωή του, γράφοντας ύμνους για την Παναγία και άφησε την εντολή, αφού πεθάνει, να δοθεί η εικόνα στον πρώτο επίσκοπο Σάββα που θα επισκεπτόταν το Μοναστήρι.

Η μνήμη του Ιωάννου του Δαμασκηνού τιμάται στις 4 Δεκεμβρίου.

Ο Αγιος Σάββας Σερβίας (1175 -1235) επισκέφτηκε την Μονή και πήρε την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Τριχερούσας στην Σερβία. Οι εξεγέρσεις και οι μάχες που γίνονταν εκείνη την εποχή προκάλεσαν ανησυχία στους πιστούς, οι οποίοι για να σώσουν την εικόνα την φόρτωσαν σε ένα γαϊδουράκι και το άφησαν ελεύθερο. Αυτό έφτασε στο Άγιο Όρος όπου το 1198, με χρυσόβουλο του Αλεξίου Γ της δυναστείας των Αγγέλων, ιδρύθηκε η Μονή Χιλανδαρίου και δόθηκε «ως αιώνιο δώρο στους Σέρβους». Η μνήμη του Σάββα, πρώτου αρχιεπισκόπου Σερβίας, τιμάται στις 14 Ιανουαρίου.

Στα τέλη του 18ου αιώνα υπήρχε διχογνωμία σχετικά με την εκλογή νέου ηγουμένου. Η εικόνα της Τριχερούσας βρέθηκε θαυματουργικά από το Ιερό Βήμα, στη θέση του ηγούμενου και οι μοναχοί είχαν για ηγούμενό τους την Παναγία την Τριχερούσα. Το 1991 η μονή Χιλανδαρίου εξέλεξε και πάλι ηγούμενο.